Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με την συζητούμενη κύρωση της από 9 Αυγούστου Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, εν όψει του θεσμικού κενού που διεφάνη με αφορμή την υπόθεση του κ. Ανδρουλάκη, η Κυβέρνηση θέλει να ενισχύσει τις εγγυήσεις στη λειτουργία της ΕΥΠ και τους όρους προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών, ιδίως όταν πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα, οπότε και θα μπορούσε να εννοηθεί ότι η νευραλγική αυτή υπηρεσία χειραγωγείται -κατά τρόπο φυσικά αθέμιτο- στην πολιτική διαπάλη.
Τα γεγονότα μετά την απόπειρα παγίδευσης του τηλεφώνου του τότε Ευρωβουλευτή και ήδη αρχηγού του τρίτου κοινοβουλευτικά κόμματος ανέδειξαν την ανάγκη πρόσθετων δικλείδων σε περιπτώσεις που ζητείται η παρακολούθηση υψηλόβαθμων πολιτικών προσώπων. Έχει εξαντληθεί, νομίζω, η συζήτηση για το αν είναι συνταγματικά επιτρεπτή η εξαίρεση, επί της αρχής, Βουλευτών ή άλλων πολιτικών προσώπων και αν οι κανόνες εχεμύθειας και απορρήτου δεσμεύουν τις υπηρεσίες παρακολούθησης και τα στελέχη τους.
Η Κυβέρνηση, ανταποκρινόμενη στη δέσμευση και υποχρέωσή της, έχει εκκινήσει όλες τις διαδικασίες για τη διερεύνηση της υπόθεσης και για τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, για την εξάντληση κάθε δυνατής εγγύησης, για κάθε πρόσωπο που υποβάλλεται σε αυτήν τη διαδικασία, χωρίς όμως να θίγεται η λειτουργία της ΕΥΠ και η εθνική ασφάλεια. Στην κατεύθυνση αυτή, έχουν ήδη διενεργηθεί κορυφαίες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, σε επίπεδο Αρχηγών κομμάτων πολιτική συζήτηση στην Ολομέλεια, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας δύο συνεδριάσεις, διοικητικές διαδικασίες ελέγχου, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη η συσταθείσα προς τούτο εξεταστική επιτροπή αλλά και δικαστικός έλεγχος.
Ιδίως, όμως, η προς κύρωση νομοθετική πρωτοβουλία για την σε πρώτο χρόνο θωράκιση της διαδικασίας και η αναζήτηση των ελλείψεων, ώστε να διαμορφώσουμε το επόμενο διάστημα ένα διττά ασφαλές πλαίσιο, για τους πολίτες και για την πατρίδα. Και ενώ κανείς θα περίμενε, σε αυτήν ακριβώς τη διαδικασία τη σημερινή, να ακούσει ρεαλιστικές προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης για το θέμα, δυστυχώς από τον μεν ΣΥΡΙΖΑ δεν εισφέρθηκε καμία ουσιαστική πρόταση, πέρα από την πρόσκληση προς την Κυβέρνηση να καταργήσει τις νομοθετικές της παρεμβάσεις κατά την τρέχουσα περίοδο, από το δε ΚΙΝΑΛ ακούστηκαν προτάσεις που πολύ φοβάμαι ότι στερούνται νομικού και κυρίως πρακτικού ερείσματος. Κινούνται, δε, στο έδαφος μιας υπερβολής εξαιτίας των προσφάτων γεγονότων.
Είναι έτσι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι κατά την μοναδική συζήτηση στην Επιτροπή δεν συμμετείχε ούτε ένας, προσέξτε ούτε ένας, βουλευτής των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εκτός από τους Εισηγητές αυτών.
Στην ίδια διαδικασία ο Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε, όπως είπε, να αναδείξει το κυβερνητικό μπάχαλο, προβάλλοντας ακόμα και ζήτημα έλλειψης νομοθετικής αρμοδιότητας από τον παριστάμενο εκεί και σήμερα Υπουργό Επικρατείας κ. Γεραπετρίτη, ο οποίος φυσικά περιορίστηκε στο να του αναγνώσει το σχετικό εδάφιο από το Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης.
Αντί, λοιπόν, για το δήθεν κυβερνητικό μπάχαλο, αποδείχθηκε η τρικυμία στην οποία βρίσκεται η Αξιωματική Αντιπολίτευση και στη συγκεκριμένη υπόθεση. Αντιπολίτευση η οποία ασκεί κριτική για πτυχές του ισχύοντος πλαισίου, όπως είναι το απόρρητο, αλλά κατά τη θητεία τους τα κόμματα που κυβέρνησαν, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν φρόντισαν να αλλάξουν τις σχετικές ρυθμίσεις. Να έρχεται στην ολομέλεια ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Τσίπρας και να δηλώνει με απόλυτο τρόπο ότι επί της θητείας του δεν υπήρχαν τέτοιες παρακολουθήσεις και να διαψεύδεται παταγωδώς δύο μέρες μετά, σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα.
Να μας εγκαλεί για το γεγονός ότι δεν προστατεύτηκε η επικοινωνία ενός Ευρωβουλευτή, ενώ ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ αυτός που το 2018 τροποποίησε τη σχετική διαδικασία, αφαιρώντας την ασφαλιστική δικλείδα του δεύτερου Εισαγγελέα Εφετών. Και πρέπει σήμερα, πραγματικά, πρωτίστως να αναρωτηθούμε γι’ αυτό. Εάν υπήρχε ακόμα αυτή η δεύτερη βαλβίδα ασφαλείας, μήπως θα είχε αποφευχθεί όλη αυτή η φασαρία;
Εάν, δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ακυρώσει, αν δεν είχε αλλάξει το νόμο και δεν είχε αφαιρέσει τον δεύτερο Εισαγγελέα Εφετών, που μάλιστα δεν είναι εσωτερικός, δεν είναι in house στην υπηρεσία, μήπως δεν θα είχαμε όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα;
Να μας λοιδορεί, τέλος, για απειλή και ακούστε μαφιόζικες μεθόδους, γιατί απαντώντας στο ερώτημα περί εχεμύθειας λέμε τι γράφει ο νόμος. Και σε αυτό θέτω ακόμα ένα ερώτημα, το ίδιο ερώτημα: Γιατί, κυρίες και κύριοι της αντιπολίτευσης, δεν εισηγείστε στη σημερινή διαδικασία ή σε κάθε επόμενη να καταργηθεί κάθε κύρωση στις προβλέψεις περί εχεμυθείας; Γιατί δεν το κάνετε; Να μας κατηγορούν ότι δήθεν προσχηματικά συμμετέχουμε στην εξελισσόμενη διερεύνηση της υπόθεσης, ενώ είναι τα κόμματα της αντιπολίτευσης που από την έναρξη ακόμα του ελέγχου μας κατηγορούν, μιλούν για σκάνδαλο, και έχουν γράψει ήδη το κατηγορητήριο.
Τώρα, σε ό,τι αφορά τις προτάσεις του ΚΙΝΑΛ, όπως εισφέρθηκαν από τον κ. Καστανίδη και δεν θέλω να εξομοιώσω τα δύο κόμματα στη στάση τους, διότι τουλάχιστον εδώ ακούστηκαν κάποιες θετικές προτάσεις. Είπε, λοιπόν, ο κ. Καστανίδης, να εισάγεται η κάθε υπόθεση με ονόματα και πλήρη αιτιολόγηση στο Τριμελές Δικαστικό Συμβούλιο Εφετών. Φρονώ ότι με αυτά τα στοιχεία διευρύνεται πάρα πολύ ο αριθμός των δυνητικών ανθρώπων, λειτουργών που θα λάβουν γνώση αυτών των στοιχείων. Μίλησε για την περίπτωση των πολιτικών προσώπων. Πρότεινε να τίθεται υπόψη του Προέδρου της Βουλής η κάθε περίπτωση στη βάση του άρθρου 62 του Συντάγματος.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι και αυτό δεν ανταποκρίνεται στις προβλέψεις του άρθρου 62 του Συντάγματος, αλλά δεν μπορεί και σε κάθε περίπτωση αυτά τα στοιχεία να τίθενται υπόψη ενός πολιτικού προσώπου.
Η άποψή μου είναι ότι δεν θα πρέπει να πάμε σε αυτή τη λογική. Πρέπει να αφήσουμε τη δικαστική εξουσία να ερευνά με τα κριτήρια του νόμου όλες αυτές τις περιπτώσεις.
Προτάθηκε ακόμη να γνωστοποιούνται τα στοιχεία στον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ. Πότε; Μετά από μία δικαιοκρατική κρίση ενός εισαγγελικού λειτουργού, ενός δικαστή; Και αυτό νομίζω ότι είναι παράδοξο και αντιβαίνει, αν θέλετε, τη διάκριση των εξουσιών. Να εφαρμόζεται -είπε ο κ. Καστανίδης- η Αρχή της Αναλογικότητας, με τα γνωστά τρία φίλτρα της προσφορότητας, της καταλληλότητας και της αναγκαιότητας. Μα, αυτό ήδη πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια των κρατικών λειτουργιών, εκεί όπου υπάρχει, δηλαδή, ένας περιορισμός στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών.
Να αποφασίζει, τέλος, η ΑΔΑΕ για την ενημέρωση του θιγόμενου κατά τη διακριτική της ευχέρεια. Και εδώ νομίζω ότι τίθεται ένα πρακτικό ζήτημα, ένα πρακτικό πρόβλημα, δεδομένου ότι, ωραία μου γνωστοποιήθηκε εμένα ότι παρακολουθούμαι και ότι δεν συντρέχει πλέον λόγος, τι άλλο θα ζητήσω εγώ να μάθω; Δεν θα ζητήσω να μάθω ποιος έδωσε αυτή την πληροφορία και για ποιο αντικείμενο, ποιο ζήτημα αυτή αφορούσε;
Νομίζω ότι εκεί θα μπούμε σε μία διαδικασία, όπου θα πρέπει η ΑΔΑΕ και κατ’ επέκταση η ΕΥΠ να γνωστοποιεί πολύ ευαίσθητα στοιχεία της υπηρεσίας της και γι’ αυτό δεν το κρίνω σκόπιμο. Εξάλλου, ακόμα και η πρόβλεψη και η τοποθέτηση περί της διακριτικής ευχέρειας της ΕΥΠ, και αυτή από μόνη της είναι προβληματική, αφού πότε θα επιτρέπεται αυτό και πότε δεν θα επιτρέπεται αυτό, θα είναι και αυτό ένα ζήτημα που θα δημιουργεί πολλές αντιγνωμίες.
Έχουμε πολλά να συζητήσουμε, ακόμα και για το ζήτημα της ίδιας της έννοιας της εθνικής ασφάλειας. Διότι εδώ ελέχθη ότι αφορά μόνο την προσβολή, την επιβουλή της εθνικής ακεραιότητας. Μία κυβερνοεπίθεση δεν συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια; Αν εγώ, ένας Βουλευτής Κοζάνης, που θέλω να στραφώ κατά της κυβερνητικής πολιτικής στα ενεργειακά ζητήματα, δημιουργήσω πρόβλημα με μία ομάδα ανθρώπων μέσα στη ΔΕΗ, στη λειτουργία μιας μονάδας, σήμερα που η ενέργεια είναι τόσο σημαντική για τη λειτουργία της χώρας, δεν θα συνιστούσε αυτό ένα ζήτημα εθνικής ασφάλειας;
De lege ferenda:
Όχι, πολιτική έγκριση. Μην βάλουμε πολιτικά πρόσωπα σε αυτή τη διαδικασία.
Όχι, όνομα στη διαβίβαση, στον εξωτερικό εισαγγελέα εφετών.
Ναι, σε περιοδική αναφορά του αριθμού των επισυνδέσεων ή παρακολουθήσεων από την ΕΥΠ στην Αρχή Διαφάνειας. Να βλέπουμε σε πόσες φθάσαμε στη μέση της χρονιάς; Φθάσαμε στις πέντε χιλιάδες, φθάσαμε στις δέκα χιλιάδες; Ωχ κάτι πρέπει να γίνει εδώ. Πρέπει να μπει, ίσως, κάποιος φραγμός.
Όχι, σε ενημέρωση του θιγομένου.
Για τις δύο ρυθμίσεις που εισάγονται:
Κοιτάξτε λίγο. Λέγαμε ότι στην περίπτωση του Κοντολέοντα δεν υπήρχαν οι αναγκαίες διαδικασίες δεν υπήρχαν τα αναγκαία κριτήρια και βεβαίως εκεί αντιταχθήκατε. Αλλά και στην περίπτωση του Δεμίρη, ενός αναγνωρισμένου και καταξιωμένου διπλωμάτη με περγαμηνές. Και εκεί, όμως, δεν συμφωνήσατε! Άρα, λοιπόν, είναι χρήσιμη η διαδικασία της συμμετοχής της αρμόδιας Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και κατά τη δεύτερη ρύθμιση που εισάγεται, νομίζω ότι είναι πολύ χρήσιμη και θα παρέχει ικανές εγγυήσεις η συμμετοχή και ενός δεύτερου εισαγγελικού λειτουργού και υπό την έννοια αυτή αποδεχόμαστε και υπερψηφίζουμε και κυρώνουμε την πράξη νομοθετικού περιεχομένου της 9ης Αυγούστου.
Ευχαριστώ πολύ.
Στάθης Κωνσταντινίδης
Βουλευτής Νέας Δημοκρατίας Π.Ε. Κοζάνης